Home / Greek / LXX Accented / Web / Εκκλησιαστής

 

Εκκλησιαστής 1.2

  
2. ματαιότης ματαιοτήτων εἶπεν ὁ ἐκκλησιαστής ματαιότης ματαιοτήτων τὰ πάντα ματαιότης